Τρίτος Άθλος -Ο Ηρακλής και το Ελάφι της Αρτέμιδος
Ένας άθλος με μυθική κυνηγετική πρόκληση.
Πέρασε αρκετός καιρός, όταν μια μέρα ο Ευρυσθέας κάλεσε τον Ηρακλή και τον ρώτησε αν ήταν έτοιμος να αναλάβει τον τρίτο του άθλο. Ο Ηρακλής απάντησε αποφασισμένος: 'Είμαι πρόθυμος να κάνω ό,τι μου πεις'.
Τότε ο Ευρυσθέας εξήγησε: 'Αυτή τη φορά, δεν θα σε στείλω να σκοτώσεις κανένα θηρίο. Στα ψηλά βουνά που χωρίζουν την Αργολίδα από την Αρκαδία ζει ένα ελάφι, το ιερό ελάφι της θεάς Άρτεμης. Έχει χρυσά κέρατα και τρέχει με μεγάλη ταχύτητα, ακόμα και πιο γρήγορα από τον πιο δυνατό άνεμο. Θέλω να μου φέρεις ζωντανό στην Τίρυνθα το αλάφι της Άρτεμης.
Ο Ηρακλής κατανοούσε ότι αυτός ο άθλος δεν ήταν καθόλου εύκολος. Ήταν επικίνδυνος, καθώς η θεά Άρτεμη θα θυμώσει αν το ελάφι πάθαινε κάτι και μπορεί να του επιβάλει σοβαρές κυρώσεις. Παρόλα αυτά, ο Ηρακλής δεν μπορούσε να αρνηθεί. Αποφάσισε να υπακούσει το θείο του.
Έτσι, ο Ηρακλής ξεκίνησε το ταξίδι και μετά από λίγες μέρες έφτασε στα άγρια βουνά της Αρκαδίας. Στο Αρτεμίσιο, ένα από αυτά τα βουνά, συνάντησε έναν κυνηγό και τον ρώτησε εάν είχε δει το ελάφι με τα χρυσά κέρατα.
-Έχω δει το ελάφι πολλές φορές," απάντησε ο κυνηγός στον Ηρακλή. "Αλλά μην τολμήσεις να το σκοτώσεις, γιατί είναι το ιερό ελάφι της Άρτεμης."
-Θέλω να το αιχμαλωτίσω ζωντανό, εξήγησε ο Ηρακλής.
-Δεν θα μπορέσεις, γιατί τρέχει σαν αστραπή. Θα σε παρασύρει μακριά και θα βρεθείς σε μια παράξενη χώρα από την οποία δεν θα μπορέσεις ποτέ να επιστρέψεις. Κυνήγησε άλλα ζώα και μην αγγίξεις το ελάφι με τα χρυσά κέρατα.
Ο Ηρακλής, ωστόσο, αδιαφόρησε για τη συμβουλή του κυνηγού. Άρχισε να ψάχνει παντού, στους πρόποδες των βουνών, στις χαράδρες και τα ποτάμια, προσπαθώντας να εντοπίσει το ελάφι. Μετά από αρκετές μέρες, το εντόπισε επιτέλους να πίνει νερό από μια μικρή πηγή. Ήταν το πιο όμορφο ελάφι που είχε δει ποτέ, και τα χρυσά του κέρατα έλαμπαν στον ήλιο το πρωί.
Ο Ηρακλής άρχισε να το κυνηγά, αλλά το ελάφι του ξέφυγε. Έτσι ξεκίνησε ένα άγριο κυνήγι που διήρκεσε αρκετές ώρες μέχρι να δώσει μια παύση η νύχτα. Την επόμενη ημέρα, το κυνήγι συνεχίστηκε. Το ελάφι έτρεχε ασταμάτητα, και ο Ηρακλής το ακολουθούσε ακατάπαυστα. Είχαν αφήσει πίσω τους τα βουνά και τρέχανε σε μια κοιλάδα. Το ελάφι φθάνοντας σε ένα ποτάμι, τον Λάδωνα, με άλματα, βούτηξε στα νερά για να διασχίσει κολυμπώντας προς την απέναντι όχθη. Ο Ηρακλής επίσης εισήλθε στο ποτάμι και, καταδιώκοντας το με γοργούς κολυμβητικούς ρυθμούς, κατάφερε να φθάσει το ελάφι και να το αιχμαλωτίσει. Στη συνέχεια, το φόρτωσε στους ώμους του και ξεκίνησε τον δρόμο της επιστροφής προς την Τίρυνθα.
Ωστόσο, απότομα, μπροστά του εμφανίστηκε η θεά Άρτεμη.
-Γιατί σκότωσες το ιερό ελάφι μου; τον ρώτησε οργισμένη.
Ο Ηρακλής της εξήγησε ότι δεν το σκότωσε, ζήτησε συγνώμη και υποσχέθηκε ότι μόλις φτάσει στην Τίρυνθα και το παρουσιάσει στον Ευρυσθέα, θα το αφήσει ελεύθερο.Η Άρτεμη τον συγχώρεσε και έτσι, λίγες μέρες αργότερα, ο Ηρακλής εισήλθε στο παλάτι της Τίρυνθας και έδειξε στο θείο του το ιερό ελάφι, αποδεικνύοντας ότι είχε εκπληρώσει και την τρίτη του πρόκληση.